Μη στειρώνετε τα ζώα


TruthHunter

Well-Known Member
8 Φεβρουαρίου 2009
200
3
Μη στειρώνετε τα ζώα

Του ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΑΡΑΝΙΤΣΗ

..........Απεναντίας, οι σκύλοι, έξω απ' τα σκυλάδικα, στις αλάνες και στα οικόπεδα της εθνικής ή στο ερημικό λιμάνι του νησιού μου, υπό το φως του φεγγαριού, διατηρούν ακόμη μιαν αίσθηση του νοήματος της ζωής, και στο βλέμμα τους, οσονδήποτε άγριο, είναι φανερό ότι, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα ήξεραν πώς να δείξουν πόνο ή συγκίνηση, παράκληση, προσδοκία, ευγνωμοσύνη και υπομονή, μαζί και όλα τα μαραμένα παράπονα που εκπέμπονται απ' τον συγκλονισμό εκείνης της υγρής ματιάς, την οποία μερικά παιδιά συλλαμβάνουν με την ένταση μεταφυσικού νεύματος. Οι σκύλοι ουδέποτε πειράζουν αυτά τα συγκεκριμένα παιδιά. Κι έπειτα, ο αδέσποτος σκύλος, αυτός που οι Αρχές εξολοθρεύουν μαζικά πριν ανοίξουν οι οχετοί του glamour για τις Ολυμπιάδες ή τους κτηνώδεις εορτασμούς της Γιουροβίζιον, μας εμπνέουν αναπολήσεις του μελό, ανταύγειες της χρυσής εποχής του λυρισμού κάτω απ' τ' άστρα, τότε που οι τσιγγάνοι πηδούσαν τα κάγκελα για να κλέψουν κανένα δαχτυλίδι, οπότε προσφέρει και στην τέχνη, σαν τον ελέφαντα του κ. Κόινερ, για να το θέσουμε αλά Μπρεχτ. Οσο για το γεγονός ότι επιτίθεται πού και πού με φονικές διαθέσεις, οφείλεται στο ότι οσφρίζεται, στον αέρα, τη δόνηση της ανθρώπινης επιθετικότητας, αυτής που κολακευόμαστε να θεωρούμε δικαιολογημένο φόβο, ενώ δεν είναι παρά το άγχος μας μπροστά σε μιαν εκ γενετής αγαθή φύση, που την ταπεινώσαμε και τη μισούμε.
Τέτοια υπήρξε, επί τροχάδην, η περιπέτεια του κυνισμού, καθώς διένυε τις τρεις ιστορικές του φάσεις: φιλοσοφία της ορθής ζωής, παιγνίδι των σαλονιών και ηλιθιότητα. Σήμερα, οι σκύλοι μάς δίνουν το μέτρο σύγκρισης, σημαδεύουν την αφετηρία απ' όπου απομακρυνθήκαμε για να κηδέψουμε τους θεούς μας δίχως τύψεις και κατόπιν να γίνουμε θεοί οι ίδιοι· επαναστάσεις επί επαναστάσεων με κατάληξη το νέο επαναστατικό σαμπουάν για 24ωρο κράτημα και ριζική καταπολέμηση της πιτυρίδας μάς κάνουν ήδη να νοσταλγούμε την εμπειρία του περιλαίμιου. Οι ποιητές επιμένουν να το φορούν και αυτοαποκαλούνται σκλάβοι του ελεύθερου στίχου. Οι νέοι προτιμούν το σκουλαρίκι των πειρατών.
Οσο για μας τους πέντε, της παρέας, εκεί στην Κέρκυρα, επιστρέφαμε μια νύχτα με τα πόδια απ' τα πολυτελή σκυλάδικα της παραλίας, μεθυσμένοι, έχοντας καλύψει μιαν απόσταση δύο χιλιομέτρων, με τη θάλασσα να μας ακολουθεί στα αριστερά μας, εξαντλημένοι, φλυαρώντας και κάνοντας μάταια οτοστόπ, στρίβοντας πίσω το κεφάλι, στους προβολείς μιας λιτανείας αυτοκινήτων που κυλούσε σημειωτόν προς την πόλη. Μόλις έκλειναν τα μαγαζιά, γύρω στις 4 το πρωί και με το θάρρος που υποδαύλιζε το αλκοόλ, όσοι δεν είχαν δικά τους αυτοκίνητα συνήθιζαν να ορμούν στις κενές θέσεις που έμεναν διαθέσιμες σε αμάξια γνωστών ή αγνώστων και να βολεύονται για την πεντάλεπτη διαδρομή, ωστόσο εμείς, ίσως επειδή δεν θέλαμε να διασπάσουμε την ομάδα ή απλώς επειδή είχαμε βγει απ' το μαγαζί καθυστερημένοι και κατόπιν ατυχήσαμε στην απόπειρα να καταλάβουμε δι' εφόδου κάποιο απ' τα δυσεύρετα ταξί, θυμηθήκαμε το περπάτημα, τη γνώριμη τέχνη της παιδικής ηλικίας. Δεν είμαι σίγουρος για το πού πηγαίναμε, υπήρχαν όμως, στον χάρτη, ορισμένα μπαρ που έμεναν ανοιχτά, σε καθεστώς ημιπαρανομίας, για τις ανάγκες όσων συνέχιζαν να διψούν μέχρι να ανατείλει ο ήλιος. Και ο ήλιος ανέτειλλε όντως κάθε φορά, σαν μια τελευταία μελαγχολική υπόσχεση για τις ηδονές του καλοκαιριού, κι εμείς πέφταμε στο κρεβάτι ο καθένας μόνος του, ερωτοτροπώντας νοερά με αυτό που λείπει από τα εννέα δέκατα των αντρών ακόμη και όταν το έχουν δίπλα τους.
Επιπλέον, με τόσο ποτό και νηστικοί, δεν μπορούσαμε να στηριχτούμε σε φυσικές αντοχές αλλά μόνον στην έξαψη των επικείμενων εξελίξεων, οπότε σέρναμε τα πόδια μας ή κουτσαίναμε και μ' αυτό τον ασυνάρτητο τρόπο της σχολικής εκδρομής διανύσαμε την άσφαλτο του καινούργιου, φαρδιού οδοστρώματος ανάμεσα στις αλυκές και στη συνοικία που οι ψαράδες κι οι αυτοδίδακτοι ναυπηγοί είχαν κάποτε ονομάσει Μαντούκι, και σιγά σιγά πλησιάζαμε στην είσοδο του λιμανιού, τρεκλίζοντας, με την αύρα να μας χτυπάει στο πρόσωπο, φέρνοντας μιαν οσμή απ' τον βούρκο της θάλασσας μαζί μ' εκείνη τη διφορούμενη μυρωδιά του πυρήνα της ελιάς κι ένα υπέροχο άρωμα καμένων χόρτων. Περάσαμε απέναντι απ' το σκυθρωπό εργοστάσιο του Ζαφυρόπουλου, περάσαμε πλάι απ' τις πινακίδες των τουριστικών γραφείων, σκοντάψαμε, καθήσαμε στο χώμα, σηκωθήκαμε, ήπιαμε απ' το μπουκάλι του τζιν που κρατούσα στο χέρι, ξανακάναμε απεγνωσμένα οτοστόπ σε Ι.Χ. και μηχανάκια, και το τελωνείο πλησίαζε μες απ' την ομίχλη της υγρασίας και είχε σταθεροποιηθεί μπροστά μας σε απόσταση 40 μέτρων, ενώ η πιάτσα των ταξί αποκαλύφθηκε αίφνης, σαν σε όραμα ή προβολή της ψυχικής μας κατάστασης, απογοητευτικά έρημη. Τότε, δεκαπέντε κεφάλια σκύλων, στο μισόφωτο, στράφηκαν προς το μέρος μας και μας κοίταξαν και τα κοιτάξαμε κι εμείς μ' ένα ανατρίχιασμα.
Οι σκύλοι ήταν μαζεμένοι στο στέκι τους, κάτω απ' τον στύλο της ΔΕΗ, ξαπλωμένοι ή καθισμένοι σε ποικίλες στάσεις και έμοιαζαν προς στιγμήν να κρατούν στα μουλωχτά την αναπνοή τους, διστάζοντας να αποφασίσουν αν θα άρχιζαν να γαβγίζουν ή θα μας αγνοούσαν. Ξαφνικά, μου φάνηκαν πολύ λιγότερο τρομαχτικοί απ' ό,τι έλεγε ο θρύλος της εγκληματικής τους προϊστορίας, εκεί στα σύνορα της πόλης, κι έκανα μερικά ανέμελα βήματα προς την απόκοσμη σύναξή τους και φαίνεται πως υπήρχε σ' αυτά τα βήματα ένας τόνος ανεξήγητης και κάπως ανόητης ή υπνοβατικής αποφασιστικότητας μάλλον, παρά τόλμης, αφού δεν είμαι διόλου, ούτε κατά φαντασίαν, ο τύπος του ήρωα· εντούτοις συνέχιζα να τους πλησιάζω ατάραχος ή αποβλακωμένος, διαλέξτε και πάρτε. Εκ των υστέρων δεν είναι και τόσο αστείο· ξέρετε, το λιοντάρι που λέγεται ότι προσπέρασε αδιάφορα τον δόκτορα Λίβινγκστον επειδή μόλις είχε δειπνήσει (το λιοντάρι, όχι ο γιατρός) ίσως να ήταν μια λογοτεχνική επινόηση των Κλασικών Εικονογραφημένων. Σήμερα, καθώς εξετάζω το αυτοκτονικό επεισόδιο μέσα απ' το πρίσμα μιας πείρας που δεν αφήνει περιθώρια για κομπασμούς, φαντάζει απίστευτο και ελάχιστα μπορεί να αποδοθεί στην τρέλα της ηλικίας, αν και δεν αποκλείεται να επρόκειτο απλώς και μόνον για μια παραισθησιογόνο πυράκτωση του νευρικού συστήματος απ' το αλκοόλ. Το πιθανότερο.
Σε ανάλογες συγκυρίες είναι εντελώς περιττό ν' αρχίσεις να σκέφτεσαι φιλοσοφικές μπούρδες ή ότι είσαι ο Ορφέας με τη λύρα· για την ακρίβεια, είναι λάθος να σκεφτείς οτιδήποτε, διότι η σκέψη περιέχει αμφιβολία και το άγριο ζώο θα τη σχολιάσει αυστηρά με τα σαγόνια του: τουναντίον, πρέπει να κινηθείς με τον νου κενό από παραστάσεις, όπως κάνει λόγου χάριν ο ακροβάτης. «Η λέξη σκύλος δεν δαγκώνει» παρατήρησε ο Γουίλιαμ Τζέιμς, εντάξει, όμως ο σκύλος δαγκώνει μετά χαράς τις λέξεις που πάλλονται μέσα σου (και μαζί κομμάτια σάρκας) διότι αντιλαμβάνεται ότι είναι φορτισμένες αρνητικά. Μολονότι δεν ξέρει ότι αυτό συμβαίνει επειδή η λέξη, στη σκηνή της γλωσσικής δραστηριότητας, αντιπροσωπεύει κάτι που έχει χαθεί (το σημαινόμενο), ο σκύλος δείχνει αυθόρμητα τα ούλα του.
Αρα, ενδεχομένως, κάποιο βαθύτερο αρχέτυπο, εκτός υποκειμενικότητας, βάδιζε προς τους σκύλους αντί για μένα. Πλησίαζα τον κίνδυνο δι' αντιπροσώπου. Και πρέπει τότε να συνέβη ένα θαύμα, γιατί οι σκύλοι όχι μόνον δεν όρμησαν αλλά ήρθαν κοντά μου μυρίζοντας και κουνώντας τις ουρές τους. Ειδικά ο μεγαλύτερος, ένα γκρίζο θηρίο, αρκετά ψηλότερο απ' ό,τι ο γερμανικός ποιμενικός και οπωσδήποτε υποδεέστερης κομψότητας, με τραβούσε απ' το παντελόνι και ανακαλώ με παιδική συγκίνηση την αδέξια προθυμία του να με φλερτάρει. Κατά πάσαν πιθανότητα ήταν η πρώτη φορά που ερχόταν σε επαφή με άνθρωπο και δεν ήταν καθόλου εξοικειωμένος με την ανταλλαγή χαδιών, σχεδόν χτυπούσε με το κεφάλι του τον μηρό μου γρυλίζοντας· υπήρχε μια αίσθηση πρωτόγονης, αταβιστικής αγάπης και μιας συμπάθειας ολοκληρωτικά ακαλλιέργητης και απότομης έως κωμικής, τόσο που φοβήθηκα μήπως τραπεί σε έχθρα. Σύντομα, τα υπόλοιπα τετράποδα έπαψαν να μου δίνουν σημασία και κάθησα ανάμεσά τους σταυροπόδι, απολαμβάνοντας τη νίκη μου, ενώ η δυσάρεστη μυρωδιά που ανέδιδε το τρίχωμά τους, όχι πιο μαλακό από μια βούρτσα πατώματος και γεμάτο τσιμπούρια, μου φάνηκε κάθε άλλο παρά αηδιαστική· η μυρωδιά με τύλιγε σαν μια ευχάριστη ηχώ όλων των ηθικών μιασμάτων της προσωπικής δυστυχίας μου, που απομακρύνονταν στο σκοτάδι, διωγμένα από ένα πνεύμα αναπάντεχης ψυχικής ευρωστίας. Αθελά μου, είχα πετύχει αυτό που ο σερ Φράνσις Μπέικον πρότεινε ως τη μοναδική μέθοδο για να νικήσεις τη φύση -τουτέστιν: να της παραδοθείς.
Στο μεταξύ, τα μέλη της παραπαίουσας συντροφιάς είχαν μείνει σε απόσταση, μπροστά στην πελώρια πινακίδα μιας ναυτιλιακής εταιρείας, το θυμάμαι ακόμη, και παρακολουθούσαν εμβρόντητα, ή σαν χορός τραγωδίας, περιμένοντας να τιμωρηθώ για το θράσος μου· όμως εγώ βγήκα ζωντανός και τροπαιοφόρος και, είτε το πιστεύετε, είτε όχι, η αγέλη μάς συνόδεψε με βαριεστημένη αφοσίωση για 200 περίπου μέτρα, πριν διαλυθεί στην είσοδο της ανηφόρας που διχοτομεί μεγαλοπρεπώς την επιβλητική αρχιτεκτονική του Νέου Φρουρίου, κι εγώ κράτησα στη συναισθηματική μου μνήμη αυτό το συμβάν, ώστε να το αφηγηθώ απόψε, με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να χρησιμεύσει σαν αλληγορία για την επικοινωνία μεταξύ πεθαμένων και ζωντανών. Ο σκύλος δεν ακούει παρά την καρδιά του, δηλαδή τη δική σου: τέτοια ήταν η ανεπίγνωστη, υπονοούμενη σημασία των μαγικών ηχογραφήσεων της His master's voice.
Ο σκύλος είναι το αντίθετο του Παυλόφ. Αιωνία η μνήμη του Κανέλλου, του αγαθού σκύλου που φρουρούσε το Πολυτεχνείο και που πέθανε τον Ιούλιο, πριν από έντεκα μήνες!



http://www.enet.gr/?i=news.el.texnes&id=49155
 


ROTTIE

Well-Known Member
6 Ιανουαρίου 2007
7.688
23
ATHENS
Τα άρθρα του Αρανίτση είναι πάντα απολαυστικά.
Σας προτείνω να διαβάσετε όλο το αρθρο στο link που παρέθεσε ο φίλος μας TruthHunter.
:)
 


Στατιστικά Forum

Θέματα
33.326
Μηνύματα
900.012
Μέλη
20.093
Νεότερο μέλος
Melenia78