Και όλα ξεκινήσαν ένα βράδυ του Σεπτέμβρη, ίσαμε 11 χρόνια πριν. Περπάταγα σπίτι, μικρή – 17 χρονώ - και περνώντας από το παρκάκι της γειτονιάς, ένα κανελί πλάσμα βγήκε από κάτι θάμνους, που προφανώς κοιμόταν, γιατί έριξε ένα χασμουρητό. Με πλησίασε για χάδια και έπειτα με συνόδευσε σπίτι μου, όπου την άφησα από κάτω και μπήκα. 2 ώρες μετά δεν μπορούσα να κοιμηθώ, την σκεφτόμουν, και είπα να τελειώνω, να κατέβω κάτω να δω ότι είχε φύγει, να πάω για ύπνο. Η κούκλα κοιμόταν όμως στο χαλάκι του σπιτιού.
Χρονιάρα, είπε ο κτηνίατρος. Οι γονείς μου δεν την θέλαν, καθόλου, ούτε κουβέντα, κι ας ήταν το πιο ήσυχο σκυλί που είχα γνωρίσει. Της βρήκα ένα κοινοβιακού τύπου σπίτι, όπου της δώσαν εκεί το όνομά της, και έμεινε για ένα χρόνο. 10 χρόνια πριν δεν σκάμπαζα από υιοθεσίες, ούτε καν από σκυλιά, βάλε που την αγαπούσα και πήγαινα κάθε 3 και λίγο να τη δω. Έπειτα έμεινε σε κάτι γνωστούς στις εστίες του πανεπιστημίου. Πήγαινα και την έπαιρνα, με συνόδευε ως τη σχολή, περίμενε να τελειώσω τα μαθήματα, και πιο μετά με πήγαινε ως τη στάση του λεωφορείου, να με αποχαιρετήσει. Διακοπές, μαζί.
Τέλη 2008, ευτυχία. Πρώτο σπίτι μόνη μου. Τέλος η ημιαδεσποτοσύνη για τη δεσποινίδα, μετά από τόσο καιρό. Από κει και πέρα, παντού μαζί. Σιγά – σιγά, όλο και περισσότερο, να δενόμαστε. Να επικοινωνούμε με ένα βλέμμα. Να με προσέχει, σαν τα μάτια της. Δεν ήταν αγκαλιτσόσκυλο, ούτε στο κρεβάτι ανέβαινε κι ας τη παρακάλαγα μερικές φορές. Μου έδινε το πόδι, με κοίταζε στα ίσα και χαϊδευόμασταν, απαλά. Και της αρκούσε. Άμα της είχα λείψει πολύ, μόνο τότε, έβαζε το κεφάλι της κάτω από το μπράτσο μου και τριβόταν, μία δυο φορές.
Έχει μπει ανάμεσα σε μένα και άνθρωπο που έχει πάει να με χτυπήσει, και έχει σηκώσει όλο το χείλι της, γρυλίζοντας (πανέμορφη!), μέχρι να φύγει. Κι ας ήταν 20 κιλά και φιλικότατη με όλους. Στις πολύ μεγάλες μας βόλτες, όταν καθόμασταν, καθόταν πάνω στη τσάντα μου.
Ωραία ζωή!
2016, ένα μαύρο χάλι. Μετά το φευγιό του παίχτη μου, αγχωνόμουν. Και διάβαζα, όλο διάβαζα, για να είμαι προετοιμασμένη. Νεφρικά, ηπατικά, νευρολογικά, διατροφή, αρθρίτιδες, κουλουπού. Η λεγάμενη δεν είχε καταλάβει τίποτα από τα 12 χρόνια που είχαν περάσει από πάνω μας. Ούτε ένα παραπάτημα, ούτε ένα χαλασμένο δόντι, ούτε ασπρισμένη μούρη. Λες και ήταν εδώ για να μείνει, για πάντα (ωραίο, θα ήταν αυτό, ε?). Αστειευόμασταν και της κάναμε γενέθλια πρωταπριλιά, γιατί ήταν ένα πρωταπριλιάτικο αστείο όλο αυτό, πως μια δεκαετία πίσω είχε ξεπηδήσει από ένα θαμνάκι, για να βρει, εμένα. Και να με προσέχει.
Ωσάν καλό παιδί αυτής της γενιάς και της κρίσης, κατά καιρούς άφραγκη. Δυστυχώς έκοβα από παντού, και από την ιατροφαρμακευτική μας περίθαλψη. Το καλοκαίρι αποφάσισα να φύγω για σοβαρή δουλειά με τέρμα ωράρια, σεζόν. Και έλεγα, να γυρίσω να της κάνω ένα σετ εξετάσεων, απ'όλα. Τι ειρωνεία.
Είπα να μη τη ζορίσω, σε μικρό νησάκι που δεν έχει ούτε κτηνίατρο, ούτε καν σωστό φαρμακείο. Έμεινε με το αγόρι μου, Αθήνα. Δυόμισι μήνες θα ήταν, θα περνούσαν! 10 μέρες αφ'ότου έφυγα, κάποια ελαφριά παραπατήματα, μια γενική αστάθεια. Ο κτηνίατρος είπε τελικά, έσω ωτίτιδα, σοβαρή και χρόνια. Μα θα πάρει αντιβίωση και θα φύγουν τα συμπτώματα. Καράβι έφευγε εκείνη τη μέρα, και μετά από 3 μέρες. Αποφασίζω να μην τα παρατήσω όλα, να μείνω να δουλέψω, γιατί ωτίτιδα? Εμείς κάτι τέτοια τα τρώμε για πρωινό!
2 μέρες μετά, χειροτερεύει. Επιληπτικές κρίσεις. Ο γιατρός κάτι λέει για πιθανότητα όγκου στον εγκέφαλο, για μαγνητικές, για αιθουσαία σύνδρομα. Status epilepticus. Κάνει ορούς, ισχυρότερα αντιβιωτικά, κλπ. Έχω τρελαθεί που δουλεύω όλη μέρα, και δεν μπορώ να ξέρω τι γίνεται, κάθε λεπτό. Και παίρνω το επόμενο καράβι. Να τη δω και να τα φτιάξουμε όλα, να πάμε σε κλινικές, να συζητήσουμε τις μαγνητικές, να πάρουμε γνώμες, όλα!
Τι ειρωνεία. Το καράβι καθυστερεί, πολύ, και φτάνω μεσημεράκι. Η κούκλα μου είχε κουραστεί, και είχε φύγει το ίδιο πρωί. Στη νάνα της. Δεν με περίμενε. Που να ήξερε.
Την έθαψα και πήγα πίσω να δουλέψω τα 12ωρά μου, να μη σκέφτομαι τίποτα. Τώρα που γύρισα, είναι όλα ένα κακό όνειρο.
...
Μπορεί ο τίτλος να μην αρμόζει, μα ναι, μπορώ να πω πως φέρω την τιμή να συμπορεύτηκα με ένα τέτοιο πλάσμα, να το γνώρισα και να έγινα δική της, κατάδική της.
Δεν ξέρω αν υπάρχει παράδεισος, δεν γνωρίζω αν θα τη ξαναδώ ποτέ, αν θα μου ξαναδώσει το χέρι για ένα γνώριμο χάδι. Θα το εύχομαι, μέχρι το τέλος των ημερών, και πάντα θα λέω, “καλή μας αντάμωση!”. Μα επίσης, είμαι φαν του πρώτου θερμοδυναμικού νόμου, της αρχής διατήρησης της ενέργειας, γιατί η φύση, λέει, είναι “ενεργειακά μετρημένη”. Οπότε ξέρω, με μαθηματική ακρίβεια πως, η ενέργεια του βιβιού μου, είναι ακόμα εδώ, έγινε ο βαρύς άνεμος, η ανταριασμένη θάλασσα και το πέταγμα των πουλιών. Η ανοιξιάτικη μπόρα, και η πρωινή καταραμένη πάχνη. Και συνάμα, οι χτύποι της καρδιάς μου.
Α, ρε αγάπη. Άφησες τον κόσμο πολύ καλύτερο απ'ότι τον βρήκες.
ΥΓ: Να με σχωράτε για το overly poetic. Είναι μεγάλος ο έρωτας. Θα μπορούσα νομίζω, να μιλάω ώρες για αυτή. Καταλαβαίνετε, είμαι σίγουρη.
ΥΓ2: Αγαπητέ Γιάννη, της αρέσει πολύ το χάδι/ξύσιμο πίσω από τ'αυτιά. Ευχαριστώ.
Χρονιάρα, είπε ο κτηνίατρος. Οι γονείς μου δεν την θέλαν, καθόλου, ούτε κουβέντα, κι ας ήταν το πιο ήσυχο σκυλί που είχα γνωρίσει. Της βρήκα ένα κοινοβιακού τύπου σπίτι, όπου της δώσαν εκεί το όνομά της, και έμεινε για ένα χρόνο. 10 χρόνια πριν δεν σκάμπαζα από υιοθεσίες, ούτε καν από σκυλιά, βάλε που την αγαπούσα και πήγαινα κάθε 3 και λίγο να τη δω. Έπειτα έμεινε σε κάτι γνωστούς στις εστίες του πανεπιστημίου. Πήγαινα και την έπαιρνα, με συνόδευε ως τη σχολή, περίμενε να τελειώσω τα μαθήματα, και πιο μετά με πήγαινε ως τη στάση του λεωφορείου, να με αποχαιρετήσει. Διακοπές, μαζί.
Τέλη 2008, ευτυχία. Πρώτο σπίτι μόνη μου. Τέλος η ημιαδεσποτοσύνη για τη δεσποινίδα, μετά από τόσο καιρό. Από κει και πέρα, παντού μαζί. Σιγά – σιγά, όλο και περισσότερο, να δενόμαστε. Να επικοινωνούμε με ένα βλέμμα. Να με προσέχει, σαν τα μάτια της. Δεν ήταν αγκαλιτσόσκυλο, ούτε στο κρεβάτι ανέβαινε κι ας τη παρακάλαγα μερικές φορές. Μου έδινε το πόδι, με κοίταζε στα ίσα και χαϊδευόμασταν, απαλά. Και της αρκούσε. Άμα της είχα λείψει πολύ, μόνο τότε, έβαζε το κεφάλι της κάτω από το μπράτσο μου και τριβόταν, μία δυο φορές.
Έχει μπει ανάμεσα σε μένα και άνθρωπο που έχει πάει να με χτυπήσει, και έχει σηκώσει όλο το χείλι της, γρυλίζοντας (πανέμορφη!), μέχρι να φύγει. Κι ας ήταν 20 κιλά και φιλικότατη με όλους. Στις πολύ μεγάλες μας βόλτες, όταν καθόμασταν, καθόταν πάνω στη τσάντα μου.
Ωραία ζωή!
2016, ένα μαύρο χάλι. Μετά το φευγιό του παίχτη μου, αγχωνόμουν. Και διάβαζα, όλο διάβαζα, για να είμαι προετοιμασμένη. Νεφρικά, ηπατικά, νευρολογικά, διατροφή, αρθρίτιδες, κουλουπού. Η λεγάμενη δεν είχε καταλάβει τίποτα από τα 12 χρόνια που είχαν περάσει από πάνω μας. Ούτε ένα παραπάτημα, ούτε ένα χαλασμένο δόντι, ούτε ασπρισμένη μούρη. Λες και ήταν εδώ για να μείνει, για πάντα (ωραίο, θα ήταν αυτό, ε?). Αστειευόμασταν και της κάναμε γενέθλια πρωταπριλιά, γιατί ήταν ένα πρωταπριλιάτικο αστείο όλο αυτό, πως μια δεκαετία πίσω είχε ξεπηδήσει από ένα θαμνάκι, για να βρει, εμένα. Και να με προσέχει.
Ωσάν καλό παιδί αυτής της γενιάς και της κρίσης, κατά καιρούς άφραγκη. Δυστυχώς έκοβα από παντού, και από την ιατροφαρμακευτική μας περίθαλψη. Το καλοκαίρι αποφάσισα να φύγω για σοβαρή δουλειά με τέρμα ωράρια, σεζόν. Και έλεγα, να γυρίσω να της κάνω ένα σετ εξετάσεων, απ'όλα. Τι ειρωνεία.
Είπα να μη τη ζορίσω, σε μικρό νησάκι που δεν έχει ούτε κτηνίατρο, ούτε καν σωστό φαρμακείο. Έμεινε με το αγόρι μου, Αθήνα. Δυόμισι μήνες θα ήταν, θα περνούσαν! 10 μέρες αφ'ότου έφυγα, κάποια ελαφριά παραπατήματα, μια γενική αστάθεια. Ο κτηνίατρος είπε τελικά, έσω ωτίτιδα, σοβαρή και χρόνια. Μα θα πάρει αντιβίωση και θα φύγουν τα συμπτώματα. Καράβι έφευγε εκείνη τη μέρα, και μετά από 3 μέρες. Αποφασίζω να μην τα παρατήσω όλα, να μείνω να δουλέψω, γιατί ωτίτιδα? Εμείς κάτι τέτοια τα τρώμε για πρωινό!
2 μέρες μετά, χειροτερεύει. Επιληπτικές κρίσεις. Ο γιατρός κάτι λέει για πιθανότητα όγκου στον εγκέφαλο, για μαγνητικές, για αιθουσαία σύνδρομα. Status epilepticus. Κάνει ορούς, ισχυρότερα αντιβιωτικά, κλπ. Έχω τρελαθεί που δουλεύω όλη μέρα, και δεν μπορώ να ξέρω τι γίνεται, κάθε λεπτό. Και παίρνω το επόμενο καράβι. Να τη δω και να τα φτιάξουμε όλα, να πάμε σε κλινικές, να συζητήσουμε τις μαγνητικές, να πάρουμε γνώμες, όλα!
Τι ειρωνεία. Το καράβι καθυστερεί, πολύ, και φτάνω μεσημεράκι. Η κούκλα μου είχε κουραστεί, και είχε φύγει το ίδιο πρωί. Στη νάνα της. Δεν με περίμενε. Που να ήξερε.
Την έθαψα και πήγα πίσω να δουλέψω τα 12ωρά μου, να μη σκέφτομαι τίποτα. Τώρα που γύρισα, είναι όλα ένα κακό όνειρο.
...
Μπορεί ο τίτλος να μην αρμόζει, μα ναι, μπορώ να πω πως φέρω την τιμή να συμπορεύτηκα με ένα τέτοιο πλάσμα, να το γνώρισα και να έγινα δική της, κατάδική της.
Δεν ξέρω αν υπάρχει παράδεισος, δεν γνωρίζω αν θα τη ξαναδώ ποτέ, αν θα μου ξαναδώσει το χέρι για ένα γνώριμο χάδι. Θα το εύχομαι, μέχρι το τέλος των ημερών, και πάντα θα λέω, “καλή μας αντάμωση!”. Μα επίσης, είμαι φαν του πρώτου θερμοδυναμικού νόμου, της αρχής διατήρησης της ενέργειας, γιατί η φύση, λέει, είναι “ενεργειακά μετρημένη”. Οπότε ξέρω, με μαθηματική ακρίβεια πως, η ενέργεια του βιβιού μου, είναι ακόμα εδώ, έγινε ο βαρύς άνεμος, η ανταριασμένη θάλασσα και το πέταγμα των πουλιών. Η ανοιξιάτικη μπόρα, και η πρωινή καταραμένη πάχνη. Και συνάμα, οι χτύποι της καρδιάς μου.
Α, ρε αγάπη. Άφησες τον κόσμο πολύ καλύτερο απ'ότι τον βρήκες.
ΥΓ: Να με σχωράτε για το overly poetic. Είναι μεγάλος ο έρωτας. Θα μπορούσα νομίζω, να μιλάω ώρες για αυτή. Καταλαβαίνετε, είμαι σίγουρη.
ΥΓ2: Αγαπητέ Γιάννη, της αρέσει πολύ το χάδι/ξύσιμο πίσω από τ'αυτιά. Ευχαριστώ.