@admin, αν θα μπορούσες να διαχωρίσεις το θέμα... Δεν έχω αντιληφθεί να υπάρχει κάποιο αυτούσιο για το τι γίνεται με το σώμα του σκύλου αφού αυτός φύγει..
@Fido, η ψυχική οδύνη στην οποία σε έβαλε αυτός ο ανεύθυνος εμένα μου φαίνεται δυσβασταχτη...
Πότε είπαμε αντίο εμείς; Την απόφαση την πήραμε την προηγούμενη ημέρα, κλείσαμε ραντεβού, για δύο μέρες μετά με προοπτική ακύρωσης εάν η εικόνα του Ρας βελτιωνόταν ξανά. Η απόφαση πάρθηκε δηλαδή την ημέρα που ενώ ο καλός μου είχε όρεξη να φάει, και να πάει βόλτα, να παίξει μπαλάκι κι αν κουραζόταν να πάει να το φέρει, το φαγητό δεν κρατιοταν στο στομάχι του. Το έκανε εμετό... Την ίδια μέρα, της απόφασης, δεν έδειξε ενδιαφέρον να πάει στην τελευταία βραδινή του βόλτα. Κούραση; Ήδη άδειο έντερο; Ποιος ξέρει... Παρ'ολο το κρύο αφήσαμε ανοιχτή τη μπαλκονόπορτα, να έχει αυτή την επιλογή. Κοιμήθηκε στο δωμάτιο μαζί μας. Την επόμενη μέρα το πρωί, που ξύπνησα τον βρήκα ξαπλωμενο στο μπαλκόνι. Τον καλημερησα, μου κούνησε λίγο ουρά κι έμεινε ξαπλωμενο εκεί. Πόνεσε η ψυχή μου, προσπάθησα να μην του το δείξω. Του πήγα κοντά το μπολ με το νερό για να μην κουραστεί να πάει αν διψασει. Μπήκα σπίτι και συνέχισα ότι έκανα σχεδόν κανονικά. Τον άκουσα να πίνει νερό και λίγο μετά να το κάνει εμετό... Άρχισε να μην κρατάει ούτε το νερό και πήρα τηλέφωνο τον άντρα μου, να τον ενημερώσω. Συζητήσαμε το ενδεχόμενο να μεταφέρουμε το ραντεβού για εκείνη την ημέρα κι όχι για την επόμενη όπως είχαμε αρχικά πει. Αργότερα ο σκύλος σηκώθηκε μόνος του, άφησε το μπαλκόνι κι ήρθε και ξάπλωσε στη μαξιλάρα του. Του έδωσα λίγο νεράκι με τη σύριγγα, στην αρχή το εδιωχνε με τη γλώσσα του, και μετά παραιτήθηκε, μου παραδόθηκε με το στόμα ανοικτό και το νερό να κυλάει στο πάτωμα αντί να το πίνει. Του ζήτησα συγγνώμη, τον χάιδεψα, καινούριο τηλέφωνο με το έτερο ήμισυ. Καθόλου ψυχραιμη και χωρίς τη δύναμη να το κρύψω κι από το Ρας. Ηρέμησα (σχετικά) λίγο μετά. Μετακινήθηκε άλλη μια φορά, για να κατέβει, ξάπλωσε στα πλακάκια και κούνησε την ουρά του για να χαιρετήσει τον άντρα μου που ήρθε από τη δουλειά. Και μετά το βλέμμα του έφυγε... Έμεινε μαζί μας μόνο το σώμα του, που ανεπνεε σαν μηχανικά. Ήδη είχε μιλήσει με την κτηνίατρο ο άντρας μου, πριν σχολάσει ςυτος, για να έρθει στο σπίτι μετά το σχολασμα της και η κτηνίατρος. Τον ανεβάσαμε στον καναπέ, να είναι πιο άνετα, του έβαλα να μυρισει λιχουδιά, τον αγκαλιάσαμε, τον χαϊδέψαμε, του μιλήσαμε... Απλά ανέπνεε... Αργά το απόγευμα άρχισε η ταχύπνοια... Κάπου εκεί χάσαμε, σαν ζευγάρι, παλι την ψυχραιμία μας και ο καθένας μας κατηγορουσε τον εαυτό του και τον απέναντί του για το ότι δεν πήραμε την απόφαση πιο νωρίς. Η κτηνίατρος ήρθε το βράδυ, κι ο Ρας έφυγε σπίτι μας, μαζί μας. Αν δεν προχωρουσαμε εμείς στην κίνηση της ευθανασίας, το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα έβγαζε τη νύχτα. Αλλά αν ήταν να πεθάνει στον ύπνο του, ας είχε γίνει πιο νωρίς, το να τον αφήσουμε να περάσει μια νύχτα έτσι, δεν είχε, για εμάς, κανένα απολύτως νόημα.
Το ίδιο βράδυ αργά ανεβηκαμε σε κοντινό βουνό και τον βάλαμε να κοιμηθεί στο τελευταίο του κρεββάτι, με θέα την πόλη που έζησε μαζί μας, τα παράλια και τη γέφυρα. Κι άπλετο χώρο να τρέξει και να παίξει ελεύθερος.
Είχα πει, όσο γίνεται, οτι δεν θα βαρύνω την ψυχή του με κλάματα. Αρκετά ρίξαμε με τη διάγνωση. Εννοείται πονάμε, αλλά σκεφτόμαστε κυρίως όσα όμορφα μας χάρισε. Έχουμε έναν υπέροχο σκύλο. Και λέω έχουμε γιατί είναι ακόμα μαζί μας, τουλάχιστον στη σκέψη μας.
Α, στο καλό, μπήκε ένα σκουπιδακι στα μάτια μου...