υποθετω πως εννοει εναν "ογκο" που θα γαβγιζει αυθορμητα και στιβαρα σε οποιον προσεγγιζει...οχι να του κουναει την ουρα και να πεσει τα ανασκελα για χαδια! 
Είναι απόλυτα και μόνο έτσι όπως τα λέει η Μαρία....Κ οταν κανω παιδι,σε σενα τον απο πανω μιλαω,δε προκειται να το ξεχωρισω απτην Ηρα,υπαρχουν θεμελιωδης διαφορες σαυτα τα δυο,αλλα ο τροπος που αγαπω παραμενει ιδιος,δεν αλλαζει κατι αμα εχεις 4 ή 2 ποδια!
Ειχα πολυ καιρό να συγκινηθω τόσο πολύ...Καλωσήλθες, Γιάννη,
Συνονόματε, ομοιοπαθή (οικογενειάρχη - έχω 4 παιδιά εγώ) και (τρόπος του λέγειν) συνομήλικε...
Οι λόγοι για να ΠΑΡΑΤΗΣΕΙΣ το γέρο-σκύλο σου είναι πολλοί και έρχονται "ντυμένοι" με διαφορετική μάσκα, κάθε φορά... όσοι και οι λόγοι για να παρατήσεις το ΠΑΙΔΙ σου...
Χμμ... θέλεις έμπειρή γνώμη, έ?
Αφιερωμένη ΚΑΘΕ ΛΕΞΗ του κειμένου που ακολουθεί... με την ελπίδα ότι θα διαβάσεις κάθε λέξη και θα καταλάβεις την "έμπειρη γνώμη" μου...
ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΣΕΣ;
Όταν ήμουν μικρό κουταβάκι, σε διασκέδαζα φοβερά με τα καμώματά μου και σε έκανα να γελάς. Πόσο ευτυχισμένος ήσουν εκείνες τις στιγμές! Με αποκαλούσες «κούκλα σου», «κοριτσάκι σου», δεν είχες καλύτερο φίλο, όπως έλεγες σε όλους.
Όταν ήμουν «κακό κορίτσι», κούναγες το δάχτυλο μπροστά στη μουσούδα μου και με ρωτούσες «Πως Μπόρεσες;», αλλά αμέσως μετά ηρεμούσες, χαμογελούσες και με γύριζες ανάσκελα για ένα τρυφερό χάδι στην κοιλιά μου.
Η εξοικείωσή μου με τη συμπεριφορά που έπρεπε να έχω στο σπίτι, πήρε λίγο περισσότερο χρόνο απ’ ότι υπολόγιζες, γιατί ήσουν φοβερά απασχολημένος, αλλά τελικά τα καταφέραμε, προσπαθώντας μαζί.
Πηγαίναμε μακρινές βόλτες και τρέχαμε στα παρκάκια, μεγάλες εκδρομές με το αυτοκίνητο και στάσεις για παγωτό (εγώ έπαιρνα μόνο ένα κομμάτι από το χωνάκι, γιατί «το παγωτό είναι κακό για τα σκυλάκια»)… Χουζούρευα για ώρες κάτω από τον ήλιο, περιμένοντας υπομονετικά να γυρίσεις σπίτι στο τέλος της ημέρας…
…Σιγά-σιγά, άρχισες να περνάς όλο και περισσότερο χρόνο στη δουλειά, στην «καριέρα» σου όπως μου έλεγες και περισσότερο χρόνο ψάχνοντας για ένα ανθρώπινο σύντροφο. Πάντα σε περίμενα υπομονετικά και, άπειρες φορές, σε παρηγόρησα σιωπηλά στις απογοητεύσεις και στις στιγμές που «ράγιζε» η καρδούλα σου και, όπως μου έλεγες, σε κράτησα όρθιο. Υποδέχτηκα με χαρά αυτή που ερωτεύτηκες. Είναι τώρα σύζυγός σου και την καλοδέχτηκα στο σπίτι μας και την υπάκουσα σε όλες τις εντολές της. Ήμουν ευτυχισμένη, επειδή εσύ ήσουν ευτυχισμένος…
..Μετά, ήρθαν τα ανθρώπινα κουτάβια (τα «μωρά», όπως λέγατε) και μοιράστηκα τον ενθουσιασμό σας. Είχα γοητευτεί από το πόσο ροζ ήταν, πόσο διαφορετικά και όμορφα μύριζαν και ήθελα να είμαι και εγώ η μαμά τους. Να τα προσέχω, να τα προστατέψω, να τα μάθω πράγματα. Μόνο που εσύ και εκείνη είχατε την αγωνία ότι μπορεί να τα πονέσω, να τα πληγώσω και, έτσι, άρχισα να περνάω τον περισσότερο χρόνο μου απομονωμένη σε άλλο δωμάτιο, ή σε κλουβί για σκύλους. Ω, Θεέ μου, πόσο ήθελα να τα αγαπήσω, να τα προστατέψω, να παίξω μαζί τους, αλλά τελικά έγινα η «φυλακισμένη της αγάπης»…
…Όταν τα μωρά άρχισαν να μεγαλώνουν, έγινα ο καλύτερός τους φίλος. Τράβηξαν τη γούνα μου με δύναμη, με κλώτσησαν κάποιες φορές, με καβάλησαν για να τα πάω βόλτα, μου έχωσαν τα δαχτυλάκια τους στα μάτια μου, εξερεύνησαν τα αυτιά μου, αλλά μου έδωσαν και πολλά, πολλά φιλιά στη μουσούδα μου… Αγάπησα το κάθε τι γύρω από τα παιδιά σου και πιο πολύ το άγγιγμά τους… Γιατί το δικό σου άγγιγμα είχε γίνει τόσο σπάνιο πια…. Και, αν και δεν ήμουν μεγάλη σε μέγεθος, θα τα υπερασπιζόμουν με την ίδια τη ζωή μου, αν είχε χρειαστεί να το κάνω...
…Κάποτε, οι άνθρωποι σε ρωτούσαν αν έχεις σκυλί και εσύ με υπερηφάνεια έβγαζες πολλές φωτογραφίες μου από το πορτοφόλι σου, για να τους τις δείξεις και δεν κρατιόσουν να αρχίσεις να λες διάφορες ιστορίες για μένα και για σένα… Ήσουν περήφανος για τη ράτσα μου και για την καταγωγή μου! Όμως, τα τελευταία χρόνια, η απάντησή σου ήταν ένα απλό «ναι» και αμέσως άλλαζες τη συζήτηση. Ολοι είχαν καταλάβει ότι, από «το κοριτσάκι σου» έγινα «το σκυλί σου» και κατόπιν απλά «ένα σκυλί»… Τέλος, είχες μειώσει κάθε δαπάνη για μένα, στα ελάχιστα απαραίτητα. Το καταλάβαινα, αλλά δεν με ένοιαζε…
…Και τώρα, να! Παρουσιάστηκε μία ευκαιρία για μεγάλη καριέρα σε μία άλλη πόλη και εσύ με εκείνη και τα παιδιά θα μετακομίσετε σε ένα διαμέρισμα, όπου δεν επιτρέπονται τα σκυλιά. Πήρες τη σωστή απόφαση για την «οικογένειά» σου, αλλά (θυμάσαιήταν μια φορά και ένα καιρό που εγώ ήμουν η μόνη οικογένειά σου…
…Όπως πάντα, ήμουν ενθουσιασμένη με την εκδρομή που κάναμε εσύ, εγώ και ο γιος σου (ο «αδελφός» μου)! Θυμάσαι πόσο με ξετρέλαινε η προοπτική της βόλτας με το αυτοκίνητο, όλοι μαζί! Ημουν ενθουσιασμένη, μέχρι τη στιγμή που φτάσαμε στο καταφύγιο ζώων. Μύριζα σκύλους και γάτες, μύριζα ξεκάθαρα το φόβο, μύριζα ξεκάθαρα την αγωνία και, λίγο πιο μέσα στα κλουβιά, την απελπισία. Συμπλήρωσες και υπέγραψες τα απαραίτητα έγγραφα και είπες χαμηλόφωνα: «ξέρω ότι θα της βρείτε ένα καλό σπίτι»… Οι δύο κυρίες κούνησαν το κεφάλι τους και σου έριξαν ένα οδυνηρό βλέμμα. Είναι έμπειρες και γνωρίζουν πολύ καλά την πραγματικότητα που θα αντιμετωπίσει ένα σκυλί που έχει γεράσει, ακόμα και ένα σκυλί καθαρόαιμο, με περγαμηνές (θυμάσαι τι έλεγες, όπως εγώ…
…Χρειάστηκε να δώσεις μάχη (και εγώ κάθισα ήσυχη και σε διευκόλυνα) για να ξεκολλήσεις τα δάχτυλα του μικρού σου γιου από το κολάρο μου, την ώρα που ούρλιαζε «Όχι μπαμπά, μην τις αφήσεις να πάρουν το σκυλί μου!»
…Και, εκείνες τις στιγμές, δεν ανησυχούσα για μένα, πίστεψέ με. Ανησύχησα πολύ για τον «αδελφό» μου και για τα μαθήματα που μόλις του είχες δώσει, για τη φιλία και την αφοσίωση, για την πίστη, για την αγάπη και την υπευθυνότητα και για το σεβασμό προς όλα τα είδη της ζωής...
Μου έδωσες ένα ελαφρύ χάδι στο κεφάλι για αντίο, απέφυγες τη ματιά μου και ευγενικά αρνήθηκες να πάρεις μαζί σου το κολάρο και το λουρί μου. Είχες μία προθεσμία να προλάβεις και, Θεέ μου, τώρα πια είχα μία προθεσμία και εγώ… Μόλις έφυγες, άκουσα τις δύο ευγενικές κυρίες να συζητούν ότι πιθανότατα ήξερες για την αλλαγή δουλειάς σου αρκετούς μήνες πριν, αλλά δεν έκανες καμία προσπάθεια να μου βρεις ένα πραγματικά καλό σπίτι. Κούνησαν τα κεφάλια τους και με λύπη είπαν «Πως μπόρεσες;»…
…Οι καημένες οι κυρίες μας προσέχουν όλους, εδώ στο καταφύγιο, όσο τους επιτρέπει το φορτωμένο ωράριό τους. Μας ταΐζουν πολύ καλά, αλλά εγώ έχω χάσει την όρεξή μου εδώ και μερικές μέρες…
…Στην αρχή, όταν κάποιος επισκέπτης περνούσε μπροστά από το σπιτάκι μου, έτρεχα στο μπροστινό μέρος και πήδαγα στα κάγκελα με άπειρη χαρά, ελπίζοντας ότι είσαι εσύ, που άλλαξες τη γνώμη σου, ότι όλα ήταν ένα άσχημο όνειρο που τελείωσε… ή έλπιζα ότι, τουλάχιστον, ήταν κάποιος που ενδιαφερόταν, κάποιος που θα με έσωζε! Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να ανταγωνιστώ την χαριτωμένη ομορφιά των ευτυχισμένων κουταβιών και ότι μόνο αυτά έπαιρναν οι επισκέπτες, αποσύρθηκα στην πιο βαθιά γωνία του κλουβιού μου, ξάπλωσα και περίμενα…
…Είχε έρθει το ηλιοβασίλεμα. Άκουσα τα βήματά της, όπως ερχόταν για μένα στο τέλος της μέρας της… Την ακολούθησα στο τέλος της πτέρυγας, σε ένα χωριστό δωμάτιο που δεν είχα πάει ποτέ. Ένα πολύ ήσυχο δωμάτιο… Με σήκωσε τρυφερά, με ακούμπησε πάνω στο τραπέζι, χάιδεψε τα αυτιά μου και μου είπε να μην ανησυχώ…
…Η καρδιά μου σφυροκοπούσε με την προσμονή και την αγωνία για το τι πρόκειται να συμβεί, αλλά ταυτόχρονα ένιωθα και μία αίσθηση ανακούφισης… Για τη «φυλακισμένη της αγάπης» είχαν τελειώσει οι μέρες…
…Από τη φύση μου (θυμάσαι, ανησυχούσα περισσότερο γι’ αυτήν. Την ένιωθα να κουβαλάει ένα τεράστιο βάρος που έκανε τους ώμους της να γέρνουν. Το ένιωθα έντονα, όπως παλιά αναγνώριζα κάθε δική σου διάθεση…
…Πολύ απαλά έβαλε ένα μικρό νάρθηκα στο μπροστινό μου πόδι, καθώς ένα δάκρυ διάσχισε όλο το μάγουλό της και έσταξε στη μουσούδα μου. Της έγλυψα το χέρι, με τον ίδιο τρόπο που συνήθιζα να ανακουφίζω εσένα, πριν από τόσο πολλά χρόνια…
…Με επιδέξιο τρόπο έβαλε την σύριγγα στη φλέβα μου. Ένιωσα το τσίμπημα και το κρύο υγρό που άρχιζε να κυκλοφορεί μέσα στο σώμα μου και άρχισα να χαλαρώνω και να νυστάζω. Την κοίταξα ολόϊσια μέσα στα ευγενικά της μάτια και ψιθύρισα αδύναμα «Πως μπόρεσες;»…
…Ισως, επειδή κατάλαβε τη σκυλίσια ομιλία μου, μου είπε «Λυπάμαι τόσο πολύ, κοριτσάκι μου». Με αγκάλιασε και με φίλησε και μου εξήγησε βιαστικά ότι ήταν καθήκον της να εξασφαλίσει πως θα πήγαινα σε ένα πολύ ομορφότερο μέρος. Σε ένα μέρος, όπου δεν θα με αγνοούσαν, δεν θα με κακοποιούσαν, δεν θα με εγκατέλειπαν. Σε ένα μέρος, όπου δεν θα ήμουν αναγκασμένη να παλέψω για να προστατέψω τη ζωή μου. Σε ένα μέρος, όπου υπάρχει μόνο αγάπη και φως. Σε ένα μέρος τόσο διαφορετικό από τη δική μας γη…
…Και με την τελευταία σταγόνα ενέργειας που μου έμενε, με όσες δυνάμεις είχα ακόμα, με ένα μικρό κούνημα της ουράς μου, προσπάθησα να την μεταπείσω ότι αυτό το «Πως μπόρεσες;», δεν αφορούσε αυτήν, δεν την κατηγορούσε.
…Ηταν εσένα, Αγαπημένε Μου Κύριε, που σκεφτόμουν τις τελευταίες μου στιγμές. Θα σε σκέφτομαι και θα σε περιμένω, για πάντα…
…Εύχομαι ολόψυχα, ο κάθε ένας που υπάρχει ή θα μπει στη ζωή σου, να σου δώσει τόση αφοσίωση και πίστη, όση εγώ…
Γιάννη,
Τα παιδιά μου έχουν μεγαλώσει πλέον... και βέβαια, έχω μεγαλώσει κι εγώ... προσωπικά, "όλο τον κόσμο γύρισα, είδα θεριά και φίδια"... και επαγγελματικά, από κάποια στιγμή και πέρα, άρχισα βγάζω χρήματα κρίνοντας προχωπικότητες και χαρακτήρες ανθρώπων... και, σε διαβεβαιώνω ειλικρινά, το χειρότερο είδος ανθρώπων που συνάντησα ήταν εκείνοι που ήταν ψυχροί... που δεν είχαν "εμπάθεια" (compassion, που λέει και η γιαγιά ενός καλού φίλου)...
Καλή συνέχεια, Γιάννη!![]()
Ναι, δεν υπάρχει καλύτερη φυλή (μιλώντας για τυπικά άτομα - αλλά, αυτά είναι ψιλά γράμματα στο παρόν θέμα) για τη δουλειά και τη διαβίωση που τη χρειάζεται...Η καλύτερη φυλή φύλαξης που τα πάει καλά με παιδιά είναι μάλλον το Ροτβάιλερ.
1) Επειδή ξαναδιαβάζω τα χτεσινά posts...1) Ρε παιδιά;; Πέσατε να τον φάτε τον άνθρωπο!
2) Το να πάρεις απόφαση να δώσεις τον σκύλο σου θέλει πολύ μεγάλη καρδιά!
3) Πιστεύω πως το καλύτερο είναι ένα μποξερακι! Τα αγαπώ! Είναι η αδυναμία μου!
1) Για να λέγεσαι "κύριος" (φαντάζομαι ότι συμφωνείτε) απαιτεί ορισμένα ουσιαστικά χαρακτηριστικά, έτσι?1) Ρε παιδιά περιμένετε λίγο. Ο κύριος έχει παιδιά.
2) Έτυχε το σκυλί του να βγει ζηλιαρικο.
3) ...φιλοζωοι είμαστε μεν αλλά δεν βάζουμε και ένα κατοικίδιο πάνω από τα παιδιά μας.
1) Απλά, χτες βράδυ (που διάβασα το post), δεν θέλησα κάν να διανοηθώ να γράψω τι, τελικά, σημαίνει "δίνω" ένα ενήλικο Rottweiler...1) ...Εκτος κ αν εννοεις οταν λες οτι θα τον αποχωριστεις, οτι κ αυτος θα αποχωριστει την μιζερη ζωουλα του...
2) Κ εαν ετσι αισθανεσαι κ εισαι,ΜΗΝ ΠΑΡΕΙΣ ΠΟΤΕ ΣΚΥΛΟ Κ ΕΑΝ ΕΧΕΙΣ ΔΩΣΤΟΝ ΝΑ ΣΩΘΕΙ!
Αγαπητέ Jonk! Επέτρεψε μου να διαφωνήσω μαζί σου!! Το να πάρεις απόφαση να δώσεις τον σκύλο σου για τους λόγους που προανέφερα, δεν έχεις χρόνο να ασχοληθείς όσο του αξίζει, δεν έχεις για παράδειγμα λεφτά να του προσφέρεις όσα χρειάζεται, τον έβαλες στη ζωή σου και η ζωή σου άλλαξε είτε γιατί απέκτησες οικογένεια και συνειδητοποιείς πως είναι ψιλοεπικίνδυνος για τα παιδιά σου επομένως αρχίζεις να τον έχεις στο περιθώριο γιατί όταν παίζεις στην αυλή με τα παιδιά σου τον έχεις πιο πέρα σας κοιτά και ζηλεύει και δε συμμετέχει στο παιχνίδι, δε νιώθει την απόλυτη χαρά και ευτυχία μένοντας στην ''απ' έξω"", είτε γιατί μετακομισες και ο σκύλος απο εκεί που είχε συνηθίσει να είναι στην αυλαρα του καταλήγει σε ένα μπαλονάκι 1 επι 1 και ταυτόχρονα λείπεις λόγω δουλειάς και 15 ώρες απο το σπίτι άρα πάλι δεν έχεις χρόνο να ασχοληθείς όσο χρειάζεται και όσο θέλεις και ξέρεις πως αυτές οι καταστάσεις δεν θα αλλάξουν είναι φιλοζωία να δίνεις τον αγαπημένο σου σκύλο σε ανθρώπους που εννοείται τους ξέρεις καλά και ξέρεις πως θα έχει όλα όσα εσύ δε μπορείς να του δώσεις, από το να σκέφτεσαι εγωιστικά και να του δίνεις τα μισά από όσα του αξίζουν γιατί μόνο και μόνο τον θεωρείς δικό σου!!Αυτό που θα επαναλάβω κι εγώ (ο θρίαμβος του προφανούς, βλέπετε) είναι: "Δεν έτυχε... πέτυχε"!
Ναι, δεν υπάρχει καλύτερη φυλή (μιλώντας για τυπικά άτομα - αλλά, αυτά είναι ψιλά γράμματα στο παρόν θέμα) για τη δουλειά και τη διαβίωση που τη χρειάζεται...
Αλλά, βλέπεις, "το λύκο τον κουρεύανε, πούθε πάν' τα πρόβατα"...
1) Επειδή ξαναδιαβάζω τα χτεσινά posts...
Όχι, (κυριά μου?), δεν πέσαμε πάνω του να τον φάμε... τηρουμένων των αναλογιών, αυτοσυγκρατηθήκαμε (βραδιάτικα) όσο περισσότερο μπορούσαμε, για να μην αρχίσουμε τα καντήλια...
Αν διαβάσετε προσεκτικά το αρχικό post, ο άνθρωπος δεν ξέρει τι θέλει...
Μου θυμίζει (έντονα!) άνθρωπο που ΔΕΝ είχε ποτέ του σκύλο και, παρόλα αυτά, δίνει περιγραφές ανθρώπου που ζει με σκύλο...
ΌΛΑ τα υπόλοιπα, εκτός από την περιγραφή της οικογένειας και την αναφορά ύπαρξης του σκύλου... δείχνουν τεράστια άγνοια για το τι σημαίνει "σκύλος"... και, ειδικά, σκύλος που θα είναι "γούτσου-γούτσου" και θα "φυλάξει" (από μόνος του), ταυτόχρονα!
2) ΟΧΙ... το να "δώσεις" το σκύλο σου, δεν θέλει μεγάλη καρδιά... όπως και να σκοτώσεις έναν άνθρωπο, ας πούμε...
Το αντίθετο, θα έλεγα... απαιτείται μία τέτοια "ρηχότητα" ψυχής και πνεύματος, ώστε να κατανικήσεις τη συνείδησή σου... και, σιγά-σιγά, να έχεις και το θάρρος να αιτιολογείς "επιστημονικά" (και να το πιστέψεις κι εσύ, στο τέλος) τους λόγους που σε οδήγησαν στην "σοφή" αυτή απόφαση...
3) Τα αγαπάτε, έ?
Αλλά δεν έχουν τις "τεχνικές προδιαγραφές" όσων πραγμάτων ζήτησε το ανωτέρω "μέλος" μας...
1) Για να λέγεσαι "κύριος" (φαντάζομαι ότι συμφωνείτε) απαιτεί ορισμένα ουσιαστικά χαρακτηριστικά, έτσι?
Εμείς δεν βλέπουμε ένα κύριο... βλέπουμε λέξεις και φράσεις που βγαίνουν από ένα πληκτρολόγιο, που μας οδηγούν να αμφιβάλλουμε αν είναι κάν αυτός που περιγράφει ότι είναι...
2) Κι αν (χτύπαω ξύλο, κιόλας!) τύχαινε το παιδί του να "βγεί" αυτιστικό?
3) "Εμείς"... τα μέλη που έχουν "ονομα, σώμα και θρησκεία", ξέρω ακριβώς τι είμαστε, ο καθένας... είτε διαφωνώ, είτε συμφωνώ...
"Εσείς", όμως (κυρία μου?), ΔΕΝ ξέρω τι είσαστε... αν είστε "φιλόζωη", ή αν είστε "κυνόφιλη", ή αν είστε "κυνοτέχνης"... και μόνο η φράση σας (που παραθέτω) δεν δείχνει ακριβώς αυτό που θέλετε να νομίσουμε ότι είστε...
Κατερίνα μου,1) ...Το θέμα παιδί δεν μπορώ να το περιγράψω οι γονείς με καταλαβαίνεται... γίνεται η ανάσα σου , οι χτύποι της καρδιάς σου...
2) ...και πάντα καταλήγω ότι τα δικά μου λάθη πλήρωσε ο σκύλος ΜΟΥ. Αλλά ανεξάρτητα από τα λάθη σαν απόφαση ήταν σωστή , σκληρή, άδικη αλλά αναγκαία...
Αυτά για τους επικριτές ...
Απίστευτο.πολυ όμορφο κείμενο,ειναι η αλήθεια αυτη...δεν θα ήθελα να απαντήσω τιποτα.archo μετα απο όλο αυτο η απόφαση ας ειναι μονο δίκη σου.μην ζητάς γνώμη........Καλωσήλθες, Γιάννη,
Συνονόματε, ομοιοπαθή (οικογενειάρχη - έχω 4 παιδιά εγώ) και (τρόπος του λέγειν) συνομήλικε...
Οι λόγοι για να ΠΑΡΑΤΗΣΕΙΣ το γέρο-σκύλο σου είναι πολλοί και έρχονται "ντυμένοι" με διαφορετική μάσκα, κάθε φορά... όσοι και οι λόγοι για να παρατήσεις το ΠΑΙΔΙ σου...
Χμμ... θέλεις έμπειρή γνώμη, έ?
Αφιερωμένη ΚΑΘΕ ΛΕΞΗ του κειμένου που ακολουθεί... με την ελπίδα ότι θα διαβάσεις κάθε λέξη και θα καταλάβεις την "έμπειρη γνώμη" μου...
ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΣΕΣ;
Όταν ήμουν μικρό κουταβάκι, σε διασκέδαζα φοβερά με τα καμώματά μου και σε έκανα να γελάς. Πόσο ευτυχισμένος ήσουν εκείνες τις στιγμές! Με αποκαλούσες «κούκλα σου», «κοριτσάκι σου», δεν είχες καλύτερο φίλο, όπως έλεγες σε όλους.
Όταν ήμουν «κακό κορίτσι», κούναγες το δάχτυλο μπροστά στη μουσούδα μου και με ρωτούσες «Πως Μπόρεσες;», αλλά αμέσως μετά ηρεμούσες, χαμογελούσες και με γύριζες ανάσκελα για ένα τρυφερό χάδι στην κοιλιά μου.
Η εξοικείωσή μου με τη συμπεριφορά που έπρεπε να έχω στο σπίτι, πήρε λίγο περισσότερο χρόνο απ’ ότι υπολόγιζες, γιατί ήσουν φοβερά απασχολημένος, αλλά τελικά τα καταφέραμε, προσπαθώντας μαζί.
Πηγαίναμε μακρινές βόλτες και τρέχαμε στα παρκάκια, μεγάλες εκδρομές με το αυτοκίνητο και στάσεις για παγωτό (εγώ έπαιρνα μόνο ένα κομμάτι από το χωνάκι, γιατί «το παγωτό είναι κακό για τα σκυλάκια»)… Χουζούρευα για ώρες κάτω από τον ήλιο, περιμένοντας υπομονετικά να γυρίσεις σπίτι στο τέλος της ημέρας…
…Σιγά-σιγά, άρχισες να περνάς όλο και περισσότερο χρόνο στη δουλειά, στην «καριέρα» σου όπως μου έλεγες και περισσότερο χρόνο ψάχνοντας για ένα ανθρώπινο σύντροφο. Πάντα σε περίμενα υπομονετικά και, άπειρες φορές, σε παρηγόρησα σιωπηλά στις απογοητεύσεις και στις στιγμές που «ράγιζε» η καρδούλα σου και, όπως μου έλεγες, σε κράτησα όρθιο. Υποδέχτηκα με χαρά αυτή που ερωτεύτηκες. Είναι τώρα σύζυγός σου και την καλοδέχτηκα στο σπίτι μας και την υπάκουσα σε όλες τις εντολές της. Ήμουν ευτυχισμένη, επειδή εσύ ήσουν ευτυχισμένος…
..Μετά, ήρθαν τα ανθρώπινα κουτάβια (τα «μωρά», όπως λέγατε) και μοιράστηκα τον ενθουσιασμό σας. Είχα γοητευτεί από το πόσο ροζ ήταν, πόσο διαφορετικά και όμορφα μύριζαν και ήθελα να είμαι και εγώ η μαμά τους. Να τα προσέχω, να τα προστατέψω, να τα μάθω πράγματα. Μόνο που εσύ και εκείνη είχατε την αγωνία ότι μπορεί να τα πονέσω, να τα πληγώσω και, έτσι, άρχισα να περνάω τον περισσότερο χρόνο μου απομονωμένη σε άλλο δωμάτιο, ή σε κλουβί για σκύλους. Ω, Θεέ μου, πόσο ήθελα να τα αγαπήσω, να τα προστατέψω, να παίξω μαζί τους, αλλά τελικά έγινα η «φυλακισμένη της αγάπης»…
…Όταν τα μωρά άρχισαν να μεγαλώνουν, έγινα ο καλύτερός τους φίλος. Τράβηξαν τη γούνα μου με δύναμη, με κλώτσησαν κάποιες φορές, με καβάλησαν για να τα πάω βόλτα, μου έχωσαν τα δαχτυλάκια τους στα μάτια μου, εξερεύνησαν τα αυτιά μου, αλλά μου έδωσαν και πολλά, πολλά φιλιά στη μουσούδα μου… Αγάπησα το κάθε τι γύρω από τα παιδιά σου και πιο πολύ το άγγιγμά τους… Γιατί το δικό σου άγγιγμα είχε γίνει τόσο σπάνιο πια…. Και, αν και δεν ήμουν μεγάλη σε μέγεθος, θα τα υπερασπιζόμουν με την ίδια τη ζωή μου, αν είχε χρειαστεί να το κάνω...
…Κάποτε, οι άνθρωποι σε ρωτούσαν αν έχεις σκυλί και εσύ με υπερηφάνεια έβγαζες πολλές φωτογραφίες μου από το πορτοφόλι σου, για να τους τις δείξεις και δεν κρατιόσουν να αρχίσεις να λες διάφορες ιστορίες για μένα και για σένα… Ήσουν περήφανος για τη ράτσα μου και για την καταγωγή μου! Όμως, τα τελευταία χρόνια, η απάντησή σου ήταν ένα απλό «ναι» και αμέσως άλλαζες τη συζήτηση. Ολοι είχαν καταλάβει ότι, από «το κοριτσάκι σου» έγινα «το σκυλί σου» και κατόπιν απλά «ένα σκυλί»… Τέλος, είχες μειώσει κάθε δαπάνη για μένα, στα ελάχιστα απαραίτητα. Το καταλάβαινα, αλλά δεν με ένοιαζε…
…Και τώρα, να! Παρουσιάστηκε μία ευκαιρία για μεγάλη καριέρα σε μία άλλη πόλη και εσύ με εκείνη και τα παιδιά θα μετακομίσετε σε ένα διαμέρισμα, όπου δεν επιτρέπονται τα σκυλιά. Πήρες τη σωστή απόφαση για την «οικογένειά» σου, αλλά (θυμάσαιήταν μια φορά και ένα καιρό που εγώ ήμουν η μόνη οικογένειά σου…
…Όπως πάντα, ήμουν ενθουσιασμένη με την εκδρομή που κάναμε εσύ, εγώ και ο γιος σου (ο «αδελφός» μου)! Θυμάσαι πόσο με ξετρέλαινε η προοπτική της βόλτας με το αυτοκίνητο, όλοι μαζί! Ημουν ενθουσιασμένη, μέχρι τη στιγμή που φτάσαμε στο καταφύγιο ζώων. Μύριζα σκύλους και γάτες, μύριζα ξεκάθαρα το φόβο, μύριζα ξεκάθαρα την αγωνία και, λίγο πιο μέσα στα κλουβιά, την απελπισία. Συμπλήρωσες και υπέγραψες τα απαραίτητα έγγραφα και είπες χαμηλόφωνα: «ξέρω ότι θα της βρείτε ένα καλό σπίτι»… Οι δύο κυρίες κούνησαν το κεφάλι τους και σου έριξαν ένα οδυνηρό βλέμμα. Είναι έμπειρες και γνωρίζουν πολύ καλά την πραγματικότητα που θα αντιμετωπίσει ένα σκυλί που έχει γεράσει, ακόμα και ένα σκυλί καθαρόαιμο, με περγαμηνές (θυμάσαι τι έλεγες, όπως εγώ…
…Χρειάστηκε να δώσεις μάχη (και εγώ κάθισα ήσυχη και σε διευκόλυνα) για να ξεκολλήσεις τα δάχτυλα του μικρού σου γιου από το κολάρο μου, την ώρα που ούρλιαζε «Όχι μπαμπά, μην τις αφήσεις να πάρουν το σκυλί μου!»
…Και, εκείνες τις στιγμές, δεν ανησυχούσα για μένα, πίστεψέ με. Ανησύχησα πολύ για τον «αδελφό» μου και για τα μαθήματα που μόλις του είχες δώσει, για τη φιλία και την αφοσίωση, για την πίστη, για την αγάπη και την υπευθυνότητα και για το σεβασμό προς όλα τα είδη της ζωής...
Μου έδωσες ένα ελαφρύ χάδι στο κεφάλι για αντίο, απέφυγες τη ματιά μου και ευγενικά αρνήθηκες να πάρεις μαζί σου το κολάρο και το λουρί μου. Είχες μία προθεσμία να προλάβεις και, Θεέ μου, τώρα πια είχα μία προθεσμία και εγώ… Μόλις έφυγες, άκουσα τις δύο ευγενικές κυρίες να συζητούν ότι πιθανότατα ήξερες για την αλλαγή δουλειάς σου αρκετούς μήνες πριν, αλλά δεν έκανες καμία προσπάθεια να μου βρεις ένα πραγματικά καλό σπίτι. Κούνησαν τα κεφάλια τους και με λύπη είπαν «Πως μπόρεσες;»…
…Οι καημένες οι κυρίες μας προσέχουν όλους, εδώ στο καταφύγιο, όσο τους επιτρέπει το φορτωμένο ωράριό τους. Μας ταΐζουν πολύ καλά, αλλά εγώ έχω χάσει την όρεξή μου εδώ και μερικές μέρες…
…Στην αρχή, όταν κάποιος επισκέπτης περνούσε μπροστά από το σπιτάκι μου, έτρεχα στο μπροστινό μέρος και πήδαγα στα κάγκελα με άπειρη χαρά, ελπίζοντας ότι είσαι εσύ, που άλλαξες τη γνώμη σου, ότι όλα ήταν ένα άσχημο όνειρο που τελείωσε… ή έλπιζα ότι, τουλάχιστον, ήταν κάποιος που ενδιαφερόταν, κάποιος που θα με έσωζε! Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να ανταγωνιστώ την χαριτωμένη ομορφιά των ευτυχισμένων κουταβιών και ότι μόνο αυτά έπαιρναν οι επισκέπτες, αποσύρθηκα στην πιο βαθιά γωνία του κλουβιού μου, ξάπλωσα και περίμενα…
…Είχε έρθει το ηλιοβασίλεμα. Άκουσα τα βήματά της, όπως ερχόταν για μένα στο τέλος της μέρας της… Την ακολούθησα στο τέλος της πτέρυγας, σε ένα χωριστό δωμάτιο που δεν είχα πάει ποτέ. Ένα πολύ ήσυχο δωμάτιο… Με σήκωσε τρυφερά, με ακούμπησε πάνω στο τραπέζι, χάιδεψε τα αυτιά μου και μου είπε να μην ανησυχώ…
…Η καρδιά μου σφυροκοπούσε με την προσμονή και την αγωνία για το τι πρόκειται να συμβεί, αλλά ταυτόχρονα ένιωθα και μία αίσθηση ανακούφισης… Για τη «φυλακισμένη της αγάπης» είχαν τελειώσει οι μέρες…
…Από τη φύση μου (θυμάσαι, ανησυχούσα περισσότερο γι’ αυτήν. Την ένιωθα να κουβαλάει ένα τεράστιο βάρος που έκανε τους ώμους της να γέρνουν. Το ένιωθα έντονα, όπως παλιά αναγνώριζα κάθε δική σου διάθεση…
…Πολύ απαλά έβαλε ένα μικρό νάρθηκα στο μπροστινό μου πόδι, καθώς ένα δάκρυ διάσχισε όλο το μάγουλό της και έσταξε στη μουσούδα μου. Της έγλυψα το χέρι, με τον ίδιο τρόπο που συνήθιζα να ανακουφίζω εσένα, πριν από τόσο πολλά χρόνια…
…Με επιδέξιο τρόπο έβαλε την σύριγγα στη φλέβα μου. Ένιωσα το τσίμπημα και το κρύο υγρό που άρχιζε να κυκλοφορεί μέσα στο σώμα μου και άρχισα να χαλαρώνω και να νυστάζω. Την κοίταξα ολόϊσια μέσα στα ευγενικά της μάτια και ψιθύρισα αδύναμα «Πως μπόρεσες;»…
…Ισως, επειδή κατάλαβε τη σκυλίσια ομιλία μου, μου είπε «Λυπάμαι τόσο πολύ, κοριτσάκι μου». Με αγκάλιασε και με φίλησε και μου εξήγησε βιαστικά ότι ήταν καθήκον της να εξασφαλίσει πως θα πήγαινα σε ένα πολύ ομορφότερο μέρος. Σε ένα μέρος, όπου δεν θα με αγνοούσαν, δεν θα με κακοποιούσαν, δεν θα με εγκατέλειπαν. Σε ένα μέρος, όπου δεν θα ήμουν αναγκασμένη να παλέψω για να προστατέψω τη ζωή μου. Σε ένα μέρος, όπου υπάρχει μόνο αγάπη και φως. Σε ένα μέρος τόσο διαφορετικό από τη δική μας γη…
…Και με την τελευταία σταγόνα ενέργειας που μου έμενε, με όσες δυνάμεις είχα ακόμα, με ένα μικρό κούνημα της ουράς μου, προσπάθησα να την μεταπείσω ότι αυτό το «Πως μπόρεσες;», δεν αφορούσε αυτήν, δεν την κατηγορούσε.
…Ηταν εσένα, Αγαπημένε Μου Κύριε, που σκεφτόμουν τις τελευταίες μου στιγμές. Θα σε σκέφτομαι και θα σε περιμένω, για πάντα…
…Εύχομαι ολόψυχα, ο κάθε ένας που υπάρχει ή θα μπει στη ζωή σου, να σου δώσει τόση αφοσίωση και πίστη, όση εγώ…
Γιάννη,
Τα παιδιά μου έχουν μεγαλώσει πλέον... και βέβαια, έχω μεγαλώσει κι εγώ... προσωπικά, "όλο τον κόσμο γύρισα, είδα θεριά και φίδια"... και επαγγελματικά, από κάποια στιγμή και πέρα, άρχισα βγάζω χρήματα κρίνοντας προχωπικότητες και χαρακτήρες ανθρώπων... και, σε διαβεβαιώνω ειλικρινά, το χειρότερο είδος ανθρώπων που συνάντησα ήταν εκείνοι που ήταν ψυχροί... που δεν είχαν "εμπάθεια" (compassion, που λέει και η γιαγιά ενός καλού φίλου)...
Καλή συνέχεια, Γιάννη!![]()